«Beef»: Η νέα σειρά που ανεβάζει τον ποιοτικό πήχη του Netflix

Από τη Σωτηρία Κακαγιά

Οι περισσότεροι άνθρωποι εύχονται να γνωρίσουν κάποτε την αδελφή ψυχή τους. Η εταιρεία παραγωγής Α24 του οσκαρικού «Τα Πάντα Όλα»* πάντως, μας προτείνει ένα εναλλακτικό σενάριο: Εκείνη τη «μια-στο-εκατομμύριο» στιγμή που θα μπορούσε να μας οδηγήσει στο να γνωρίσουμε τον πιο θανάσιμο εχθρό μας, εκείνη την τρομακτική στιγμή που ένας άγνωστος μπορεί να ενεργοποιήσει τα πιο σκοτεινά μας ένστικτα και να φτάσει τη ζωή μας στα άκρα.

Αυτό είναι το κορεατικής έμπνευσης «Beef», που δεν βρίσκεται τυχαία εδώ και λίγες μέρες στη λίστα των δημοφιλέστερων σειρών του Netflix, καθώς πρόκειται για μια παραγωγή που ανεβάζει αισθητά τον ποιοτικό πήχη της πλατφόρμας.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά: στη νεοελληνική αργκό, «κάνω beef» σημαίνει «μαλώνω με κάποιον λεκτικά και ξεκινώ καυγά».

Πόση αξία έχει μια συνηθισμένη καθημερινή πράξη όπως ένα επίμονο κορνάρισμα ανάμεσα σε δύο οδηγούς; O Danny μόλις έχει φύγει από ένα πολυκατάστημα όπου η συνεννόηση στο ταμείο δεν έχει πάει καθόλου καλά. Εξοργισμένος, προσπαθεί να ξεπαρκάρει το φορτηγάκι του, και κάπου εκεί αποφεύγει οριακά τη σύγκρουση με το πολυτελές SUV της Amy. Η γνωστή χειρονομία ανύψωσης του μεσαίου δαχτύλου της Amy θα πυροδοτήσει ένα road rage, έναν σύγχρονο «Πόλεμο των Ρόουζ» που μοιάζει να μην έχει τελειωμό.

Η Amy και ο Danny είναι δυο εντελώς αντίθετοι κόσμοι. O Danny παλεύει να ορθοποδήσει οικονομικά και κοινωνικά, κάτι που η Amy έχει ήδη καταφέρει με σκληρή δουλειά και πολλές θυσίες. Γιατί λοιπόν τόσο πείσμα και αλληλοσπαραγμός; Ήταν η κακιά η ώρα ή μήπως η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι; 

Όταν το σύμπαν αποφασίζει να συνωμοτήσει ώστε να συναντηθούν στο πάρκινγκ του καταστήματος Forsters, οι δυο τους έχουν ένα πολύ σημαντικό κοινό στοιχείο: η υπομονή τους έχει φτάσει προ πολλού στα όριά της. Έχουν συσσωρεύσει απεριόριστο θυμό για πράγματα μικρά και μεγάλα. Γιατί υπάρχει πίεση μέσα από την οικογένεια, στη δουλειά, στην κοινωνία, υπάρχει ρατσισμός και απωθημένα της παιδικής ηλικίας. Υπάρχει και το φίδι του καπιταλισμού που τρώει την ουρά του κι ένα κενό στο νόημα της ύπαρξης. Είναι οι άνθρωποι που κατάπιαν πολλά στραβά και με ένα χαμόγελο πάντα έλεγαν «δεν πειράζει». Μάζεψαν έτσι όλο τον θυμό τους και τον εξαπέλυσαν εκεί που θεώρησαν ότι τους παίρνει: ο ένας πάνω στον άλλον. Που και πάλι αυτό δεν τους κάνει να νιώθουν λιγότερο θυμωμένοι, αλλά τουλάχιστον τους κάνει να νιώθουν λιγότερο ανίκανοι να τα βγάλουν πέρα.

Δεν έχουμε εδώ ένα ατελείωτο επιφανειακό δράμα με απανωτές πράξεις εκδίκησης πασπαλισμένο με δήθεν φιλοσοφικές, στομφώδεις ατάκες. Δράμα σίγουρα έχουμε, υπάρχει όμως και καίριο black humor που εμφανίζεται ακόμα κι εκεί που δεν το περιμένεις. Έχουμε και καταδύσεις αυτογνωσίας, κοινωνική σάτιρα, ακόμα και διάσπαρτα στοιχεία θρίλερ!

Και μπορεί η φράση «ποτέ δεν ξέρεις το παρελθόν, το οικογενειακό και κοινωνικό background  του άλλου και τι περνά για να τον κρίνεις» να ακούγεται κλισέ, όμως εδώ αυτό είναι που αναλύεται λεπτομερώς, διότι η σημασία του είναι ακριβώς καταλυτική. Όσο η ιστορία προχωρά, βουτάς όλο και πιο βαθιά στο γιατί και το πώς. Γι’ αυτό και παρ’ όλο που οι ήρωες κάνουν πολλά λάθη που πληγώνουν και θέτουν σε κίνδυνο τη σωματική ακεραιότητα τόσο των ιδίων όσο και των δικών τους ανθρώπων και οι πράξεις τους γίνονται ολοένα και πιο αδιανόητες, η υπέροχη γραφή των χαρακτήρων από τον Κορεάτη συγγραφέα Lee Sung Jin αλλά και οι ερμηνείες του πρωταγωνιστικού διδύμου σε κάνουν να μην θες να πάθουν τίποτα κακό.

Το κάθε επεισόδιο μοιάζει να έχει κλιμακούμενη ένταση αλλά είναι και απρόβλεπτο – κάθε επόμενη σκηνή είναι και μια έκπληξη. Ποτέ δεν φαντάζεσαι τι θα επακολουθήσει και μέχρι πού θα φτάσει η ευφάνταστη εκδικητική-εκτονωτική μανία των πρωταγωνιστών.

Δεν θα μπορούσε επίσης να μην γίνει αναφορά και στο έξυπνο εύρημα με τους φιλοσοφημένους τίτλους που δίνουν μια συνοπτική ιδέα για το περιεχόμενο των επεισοδίων με αποσπασματικές φράσεις από Sylvia Plath, Ingmar Bergman, Franz Kafka, Simone de Beauvoir, C.G. Jung.

Εκρηκτική και η χημεία ανάμεσα στους Steven Yeun στον ρόλο του οργισμένου Danny Cho και της stand-up comedian Ali Wong στον ρόλο της Amy Lau. Το τελευταίο επεισόδιο έχει τίτλο «Φιγούρες φωτός» και είναι εμπνευσμένο από το απόφθεγμα του Carl Jung: «Δεν φωτίζεται κανείς με το να φαντάζεται φιγούρες φωτός, αλλά κάνοντας το σκοτάδι συνειδητό». Κάπου στον πάτο ενός έρημου φαραγγιού στη νότια Καλιφόρνια, ανάμεσα στην απόλυτη σιγή της νύχτας και τις παραισθήσεις από δηλητηριασμένα μούρα, ο Danny και η Amy βγάζουν τα δικά τους σκοτάδια στο φως. Η κουβέντα τους μοιάζει με μια καθαρτική θεραπευτική συνεδρία. Τελικά, εκείνο που τους έλειπε ήταν κάποιος να τους ακούσει.

Oσο κι αν θα θέλαμε μια δεύτερη σεζόν, το φινάλε του πρώτου κύκλου του «Beef» είναι ικανοποιητικά ολοκληρωμένο. Εκτός κι αν ο Lee Sung Jin – που όπως ανέφερε σε μια συνέντευξή του στο αμερικανικό περιοδικό ELLE αγάπησε πολύ τους χαρακτήρες του -αποφασίσει να επανέλθει με καινούργιες ιδέες!

Βαθμολογία

Rating: 4 out of 5.

*Πέρα από την κοινή αφετηρία της A24, το «Everything Everywhere All at Once» και το «Beef» μοιράζονται και τον ίδιο διευθυντή φωτογραφίας, στο πρόσωπο του Larkin Seiple.

Advertisement

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s