Ανασκόπηση: «Απαγορευμένα Παιχνίδια» («Forbidden Games», 1952) του Ρενέ Κλεμάν

Από τον Νίκο Γαργαλάκο

Με την έναρξη της γερμανικής εισβολής στη Γαλλία το 1940, πολλές οικογένειες αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις εστίες τους. Όταν ένα προσφυγικό κονβόι πλήττεται από τον βομβαρδισμό του εχθρού, η εξάχρονη Πολέτ (Μπριζίτ Φοσέ) θα βιώσει τον τραγικό χαμό των γονιών της και του κατοικίδιού της. Καθώς περιπλανιέται μόνη και απαρηγόρητη, ο δρόμος της θα συναντηθεί εκείνον του δεκάχρονου Μισέλ (Ζορζ Πουζουλί), ο οποίος πείθει τους αγρότες γονείς του να την κρατήσουν προσωρινά στη φάρμα τους. Μεταξύ των δύο παιδιών θα αναπτυχθεί αμοιβαίο συναισθηματικό δέσιμο. Ο Μισέλ, ο οποίος στο μεταξύ βιώνει και εκείνος την απώλεια του αδελφού του, βοηθάει την Πολέτ να θάψει το σκυλάκι της στον εγκαταλελειμμένο νερόμυλο του χωριού. Εκεί, τα δυο παιδιά θα σκαρφιστούν έναν δικό τους τρόπο ώστε να αποτίσουν φόρο τιμής στη μνήμη των κάθε λογής νεκρών ψυχών.

Βασισμένα στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Φρανσουά Μπουαγιέ, τα «Απαγορευμένα Παιχνίδια» (πρωτ. τίτλος «Jeux Interdits», αγγλ. τίτλος: «Forbidden Games», 1952) του Ρενέ Κλεμάν είναι πάνω από όλα μια ταινία για την παιδική αθωότητα. Ένα νεορεαλιστικό έργο, όπου η καθαρότητα και οι ευγενείς προθέσεις του δημιουργού δεν επιτρέπουν να εκβιαστεί το συναίσθημα του θεατή, αλλά υποχρεώνουν να μιλήσει σε μια αφοπλιστικά ειλικρινή κινηματογραφική γλώσσα: Τα δύο παιδιά έχουν υποχρεωθεί να εξοικειωθούν από τρυφερή ηλικία με την ιδέα του θανάτου, ο οποίος έχει ενσκήψει στις ζωές τους. Η νεανική τους περιέργεια τα παροτρύνει να περιεργαστούν εξεταστικά αυτό που τους είναι αδύνατο να κατανοήσουν. Ξορκίζοντας ενδόμυχα τη δυσοίωνη και παγερή παρουσία του θανάτου, τον μετατρέπουν από απόκοσμο συνοδό της καθημερινότητάς τους σε ανώδυνο κομμάτι του παιχνιδιού τους. Αφού αφαιρέσουν κρυφά ορισμένους σταυρούς από το νεκροταφείο και την εκκλησία της κοινότητας, τους «επαναφυτεύουν» πάνω σε αυτοσχέδιους τάφους νεκρών ζώων και εντόμων, συνθέτοντας έτσι ένα δικό τους κοιμητήριο. Σκάβοντας βαθιά τη γη για να ανοίξουν τους λάκκους και να επιμεληθούν τα μνήματα, ανακαλύπτουν ξανά τη χαμένη τους παιδικότητα και κάνουν ό,τι μπορούν για να τη διαφυλάξουν μέσα στο ταραχώδες περιβάλλον της σύρραξης. Όμως, ο μικρόκοσμος που έχουν αναστηλώσει πάνω στα χαλάσματα της πολεμικής λαίλαπας, θα γίνει ξανά θρύψαλα μέσα από τον «ενήλικο» κυνισμό της ίδιας της ζωής: Η αγροτική οικογένεια αδυνατεί να θρέψει το μικρό κορίτσι και εν τέλει το παραδίδει στο ορφανοτροφείο. Εκεί, η Πολέτ δεν θα σταματήσει να συλλογιέται και να αναζητά τον Μισέλ, επί ματαίω.

Συνοψίζοντας, τα «Απαγορευμένα Παιχνίδια» αποτελούν μια ταινία ενηλικίωσης με κεντρικό θέμα την «πρωτόλεια» διαχείριση της απώλειας και του ζόφου, δοσμένη μέσα από το γνήσιο μονοπάτι των υποσυνείδητων παιδικών αμυνών, οι οποίες αναζωογονούν την αθωότητα και την ελπίδα για ζωή. Χωρίς, ευτυχώς, τη διάθεση να παρουσιαστεί αυτός ο μηχανισμός της ψυχής μέσα από ένα γλυκανάλατο ή μελοδραματικό παραμύθι. Το έργο βραβεύθηκε με τον Χρυσό Λέοντα στο Φεστιβάλ της Βενετίας και Τιμητικό Όσκαρ ως Καλύτερη Ξενόγλωσση Ταινία το 1952. Πολλά χρόνια αργότερα, «Ο Γιος του Σαούλ» («Saul Fia» / «Son of Saul», 2015) του Λάζλο Νέμες θα εξέλισσε σε άλλα επίπεδα κινηματογραφίας το παραπάνω μοτίβο των «παρωπίδων» της ψυχής (εν μέσω αποκτήνωσης των πάντων εντός της ωμής «κιμαδομηχανής» του Β’ΠΠ), το οποίο τόσο άρτια ανέπτυξε εδώ ο Κλεμάν, έστω και σε ένα αρκετά πιο πρώιμο στάδιο.

Βαθμολογία

Rating: 3.5 out of 5.

*Η ταινία επανακυκλοφορεί από τις 5/10 στους κινηματογράφους, σε ψηφιακά αποκατεστημένη επανέκδοση από τη NEW STAR.

Σχολιάστε